Διοίκηση τεχνικών έργων – η ελληνική πραγματικότητα

Ως διοίκηση τεχνικών έργων ή διαχείριση τεχνικών έργων ή ακόμα και project management (PM) (διεθνής χαρακτηρισμός) λογίζονται οι εργασίες, που σχετίζονται με την οργάνωση – εκκίνηση, τη σχεδίαση, την κατεύθυνση και τον έλεγχο κατά τη διεκπεραίωση και το κλείσιμο ενός έργου, κάθε είδους. Η ανάγκη του project management, δηλαδή το να οργανώνουμε έργα, να θέτουμε στόχους, να συστηματοποιούμε διαδικασίες, να προβλέπουμε συγκεκριμένα βήματα και να παρακολουθούμε με σύστημα την εξέλιξη των έργων για την ασφαλή επίτευξη των στόχων τους, άρχισε να γίνεται αισθητή περίπου στα μέσα του περασμένου αιώνα, όταν τα έργα άρχισαν να γίνονται πιο περίπλοκα αλλά και πιο απαιτητικά. Τα τελευταία χρόνια, στα πλαίσια της περαιτέρω εξέλιξης, επιπρόσθετα έχουν τυποποιηθεί αρκετές διαδικασίες και διευκρινιστεί κάποιες έννοιες γύρω από το PM, ώστε να υπάρχει πιο οργανωμένη διασφάλιση του αποτελέσματος, αλλά και για να υπάρχει μία κοινή βάση ερμηνείας του όρου project management – διαχείριση τεχνικών έργων και των υπηρεσιών που σχετίζονται με αυτόν.

Το τι είναι το έργο διαφέρει από περίπτωση σε περίπτωση. Μπορεί να είναι ένα κατασκευαστικό έργο με όλες του τις επί μέρους πτυχές, όπως για παράδειγμα τη μελέτη, την αδειοδότηση, τη χρηματοδότηση, κλπ., αλλά μπορεί να είναι και απλά η ανάπτυξη ενός ειδικού λογισμικού για συγκεκριμένο σκοπό ή και η δημιουργία μίας διαφημιστικής καμπάνιας για την αύξηση των πωλήσεων μίας εταιρίας ή ενός προϊόντος. Σε κάθε περίπτωση, στην αρχή ενός έργου διευκρινίζεται, το ποιο θα πρέπει να είναι το αποτέλεσμα (σκοπός έργου), και πως θα επιτευχθεί αυτό (συντελεστές, διαδικασίες, αρμοδιότητες, κλπ.). Έτσι, καταγράφονται οι στόχοι σε σχέση με την ποιότητα (χαρακτηριστικά), το κόστος αλλά και το χρονοδιάγραμμα του έργου. Πολλές φορές μιλάμε και για τη μαγική τριάδα του project management: time – money – quality. Όλα τα μεγέθη θα πρέπει να είναι πλήρως ελέγξιμα, προκειμένου να αξιολογηθεί στο τέλος του έργου, εάν και κατά το πόσο έχουν επιτευχθεί όλοι ή κάποιοι στόχοι, και εάν το έργο ήταν επιτυχές.

Η ελληνική πραγματικότητα στον τομέα των κατασκευών, δυστυχώς, όπως και σε πολλούς άλλους τομείς, διαφέρει και υστερεί αισθητά και στη διαχείριση τεχνικών έργων. Θα μπορούσαμε να πούμε, πως σε σχέση με τις ‘ώριμες’ αγορές, στην Ελλάδα, είμαστε εν έτει 2018, κατασκευαστικά ακόμα ερασιτέχνες και πολύ ‘φιλικοί’ προς τα πειράματα. Ο Έλληνας παραμένει κι εδώ ανεπίδεκτος μαθήσεως. Προφανώς, κάποιοι Έλληνες επενδυτές δεν γνωρίζουν την υπεραξία του project manager για το έργο τους, και άλλοι απλά δεν αναγνωρίζουν την ανάγκη αυτού, θεωρώντας εσφαλμένα, ότι οι εν λόγω υπηρεσίες επιφέρουν μόνο πρόσθετα κόστη χωρίς κάποιο συγκεκριμένο όφελος, και έτσι προτιμούν να πειραματίζονται μοναχοί. Στην πραγματικότητα, ένας καλός project manager όχι μόνο εξασφαλίζει ένα καλό αποτέλεσμα, αλλά μπορεί και να εξοικονομήσει αρκετά κόστη, μεταξύ άλλων λόγω της αποφυγής λαθών και των σωστών αποφάσεων. Δυστυχώς, εννέα στα δέκα έργα στην Ελλάδα τρέχουν χωρίς ουσιαστικό σύστημα – στρατηγική, χωρίς συγκεκριμένο στόχο και χωρίς πραγματικό έλεγχο, και κατά συνέπεια, τα περισσότερα έργα πηγαίνουν ‘στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα’, όπως λέει και το γνωστό τραγούδι. Σε αρκετές περιπτώσεις, οι επενδυτές εμπιστεύονται ‘τυφλά’ τους κατασκευαστές, στους οποίους αναθέτουν συχνά ‘πακέτο’ τη μελέτη και την αδειοδότηση, αλλά ακόμα και την επίβλεψη του έργου – συνεπώς τον αυτοέλεγχο τους, γεγονός ακόμα πιο χειρότερο, επειδή εκείνοι απλά ‘δεσμεύονται’ στα πλαίσια της πώλησης τους να παραδώσουν χωρίς κανένα πρόβλημα το ‘καλύτερο’ και ‘οικονομικότερο’ έργο ‘με το κλειδί στο χέρι’, επικαλούμενοι μάλιστα την ‘πολυετή’ τους εμπειρία, την ‘ξεχωριστή’ τεχνογνωσία αλλά και τα ‘εξαιρετικά’ έργα, που υλοποίησαν. Άλλωστε, ο έλεγχος από project manager ή οποιονδήποτε ειδικό δημιουργεί στον κατασκευαστή ‘μόνο’ πρόσθετη εργασία, και έτσι κάποιοι από αυτούς δεν είναι και ιδιαίτερα θετικοί, και αρνούνται ή και εν μέρει φοβούνται, τη συνύπαρξη ενός project manager στο έργο. Λογικό είναι, συνεπώς, οι κατασκευαστές να προσπαθήσουν να μειώσουν τους project managers και ακόμα και να πείσουν τον επενδυτή, να σταματήσει τον project manager, επικαλούμενοι ακόμα και καθυστερήσεις. Το ερώτημα που σε κάθε περίπτωση τίθεται είναι, όμως, πραγματικά, το τι θα πάρει στο τέλος ο επενδυτής, και εάν το αποτέλεσμα είναι αυτό που ήθελε και χρειάζονταν. Η άγνοια, αλλά και η επιπόλαια αντίληψη των περισσότερων επενδυτών κατά την υλοποίηση τεχνικών έργων, έχει σχεδόν πάντα ως αποτέλεσμα, τα έργα να προκύπτουν κατά πολύ ακριβότερα, όχι καλής ποιότητας ή και υπερβολικά – διογκωμένα σε σχέση με την πραγματική τους ανάγκη.

Στο εξωτερικό, όπου προφανώς υπάρχει μεγαλύτερη εμπειρία και επαγγελματισμός – από όλες τις πλευρές – στα κατασκευαστικά έργα, δεν νοείται πλέον σε έργα που ξεπερνούν κάποιο μέγεθος, και οικονομικό, αλλά και περιπλοκότητας, να μην υπάρχει συστηματική παρακολούθηση – υποστήριξη από ειδικό σύμβουλο – project manager. Ο ‘διαχειριστής’ αυτός, γνωρίζοντας καλά τις λεπτομέρειες και τις απαραίτητες ενέργειες, λειτουργεί και ως σύμβουλος του επενδυτή σε όλες τις φάσεις του έργου, τον προφυλάσσει από λάθη και τον υποστηρίζει κατάλληλα, προκειμένου να παίρνει έγκαιρα τις σωστές αποφάσεις, και ενημερώνει όλους τους εμπλεκόμενους στο έργο, όπως μελετητές, κατασκευαστές, τράπεζες, δημόσιες αρχές, κλπ., για θέματα που σχετίζονται με το έργο καθώς και την πορεία αυτού (communication management). Παρακολουθεί σχολαστικά την πορεία του έργου σε όλες τις φάσεις (σχεδίαση, υλοποίηση, κλπ.) και την επίτευξη των επί μέρους και των τελικών στόχων. Έτσι, το έργο από την αρχή έως το τέλος οδεύει συστηματικά, ελεγχόμενα και εγγυημένα πάνω σε σωστές ράγες προς συγκεκριμένη κατεύθυνση, τον στόχο.

Στην Ελλάδα, απέχουμε αρκετά από την παραπάνω περιγραφόμενη οργανωμένη κατάσταση. Είναι κυρίως θέμα αντίληψης, παιδείας και ιδιομορφίας του Έλληνα. Ο Έλληνας επενδυτής, όπως πάντα, κάνει οικονομία σε λάθος σημείο, και στο τέλος, και πληρώνει πολύ ακριβά, αλλά και οι στόχοι του έργου δεν επιτυγχάνονται στο έπακρο. Έτσι, μέχρι ‘να βάλουμε μυαλό’ και να γίνουμε σοβαροί επενδυτές, θα πειραματιζόμαστε, θα ρισκάρουμε την επιτυχία των έργων και κατά συνέπεια τη δική μας, και θα πληρώνουμε τα έργα μας πολύ ακριβά. Εδώ ισχύει: η εκπαίδευση και η γνώση πάντα πληρώνονται – είτε άμεσα, είτε έμμεσα. Ας ελπίσουμε, λοιπόν, ότι το κόστος εκμάθησης δεν θα είναι πολύ ακριβό για τους ‘ερασιτέχνες’ επενδυτές.


Η Μαββίδης + Συνεργάτες έχει πολυετή εμπειρία στη διαχείριση τεχνικών έργων. Δείτε τις υπηρεσίες μας, που σχετίζονται με τη διαχείριση τεχνικών έργων ή επισκεφτείτε την ιστοσελίδα μας (www.mavvidis.com), για να μας γνωρίσετε. Για διευκρινίσεις επικοινωνήστε μαζί μας εδώ!